City of Refuge
Published by Μαρκησία του Ο. on Δευτέρα, Αυγούστου 21, 2006 at 1:17 μ.μ..
Δεν ξέρω αν είναι κακό ή όχι, αλλά έχω το συνήθειο να φεύγω.
Να την κάνω, πως το λένε.
Κατά καιρούς με πιάνει μια απίστευτη διάθεση να μαζέψω τα μπογαλάκια μου και να εξαφανιστώ. Μακριά από όσα μου είναι πολύ οικεία. Έχω ανάγκη την απόσταση και την ανοικειότητα. Αν δεν υπήρχε η απόσταση, στον ενικό θα μας μιλούσε η νοσταλγία.
Το καταφύγιό μου είναι η Αγγλία.
Καταφύγιο με την πολεμική έννοια. Εκεί που πας όταν βαράνε οι συναγερμοί, πέφτουν βόμβες και φοβάσαι ότι δεν θα τη βγάλεις καθαρή.
Τον χειμώνα τα μάζεψα κι έφυγα - σχεδόν τρέχοντας.
Το Λονδίνο για μένα δεν είναι ούτε κλαμπ, ούτε πάμπ, ούτε περίεργες γειτονιές, αν και έχω βρεθεί σε κανά δυό.
Είναι οι ατελείωτες βόλτες, το ατέρμονο περπάτημα. Η καλύτερή μου είναι τα μουσεία. Εκεί μπαίνω και χάνομαι για ώρες. Δεν είναι ανάγκη να μιλάω σε κανέναν, βλέπω και ξαναβλέπω τα έργα που μου αρέσουν, πολλά από τα οποία δεν ξέρω καν γιατί μου αρέσουν τόσο, ή ανακαλύπτω πράγματα που δεν ξέρω.
Ο χειμώνας ήταν πολύ κρύος. Από εκείνο το κρύο που σε ξυπνάει (σε αντίθεση με τον καύσωνα που έχει αυτές τις μέρες και σε ρίχνει σε λήθαργο), σε κάνει να περπατάς με τις ώρες και να μην νιώθεις κούραση, που κάνει τα μάτια σου να δακρύζουν.
Έκατσα έναν μήνα περίπου. Στον μήνα αυτό ένιωθα να δημιουργείται ένα σπίτι δεύτερο - πέρα από αυτό στο οποίο έμενα. Ένα σπίτι μέσα μου. Η δυνατότητα να τα μαζεύω και να φεύγω είναι δώρο. Καμιά φορά νιώθω ότι έχω μέσα μου μια βαλίτσα πάντα γεμάτη, με πράγματα που είναι αποκλειστικά δικά μου, πάντα έτοιμη να φύγει, για μια πόλη που νιώθω δική μου, ιδίως όταν είμαι στο τρένο με τα ακουστικά και κοιτάω τις πίσω αυλές με τις απλωμένες μπουγάδες.
Αν και η πρώτη φυγή είναι πάντα μέσα μας.
Να την κάνω, πως το λένε.
Κατά καιρούς με πιάνει μια απίστευτη διάθεση να μαζέψω τα μπογαλάκια μου και να εξαφανιστώ. Μακριά από όσα μου είναι πολύ οικεία. Έχω ανάγκη την απόσταση και την ανοικειότητα. Αν δεν υπήρχε η απόσταση, στον ενικό θα μας μιλούσε η νοσταλγία.
Το καταφύγιό μου είναι η Αγγλία.
Καταφύγιο με την πολεμική έννοια. Εκεί που πας όταν βαράνε οι συναγερμοί, πέφτουν βόμβες και φοβάσαι ότι δεν θα τη βγάλεις καθαρή.
Τον χειμώνα τα μάζεψα κι έφυγα - σχεδόν τρέχοντας.
Το Λονδίνο για μένα δεν είναι ούτε κλαμπ, ούτε πάμπ, ούτε περίεργες γειτονιές, αν και έχω βρεθεί σε κανά δυό.
Είναι οι ατελείωτες βόλτες, το ατέρμονο περπάτημα. Η καλύτερή μου είναι τα μουσεία. Εκεί μπαίνω και χάνομαι για ώρες. Δεν είναι ανάγκη να μιλάω σε κανέναν, βλέπω και ξαναβλέπω τα έργα που μου αρέσουν, πολλά από τα οποία δεν ξέρω καν γιατί μου αρέσουν τόσο, ή ανακαλύπτω πράγματα που δεν ξέρω.
Ο χειμώνας ήταν πολύ κρύος. Από εκείνο το κρύο που σε ξυπνάει (σε αντίθεση με τον καύσωνα που έχει αυτές τις μέρες και σε ρίχνει σε λήθαργο), σε κάνει να περπατάς με τις ώρες και να μην νιώθεις κούραση, που κάνει τα μάτια σου να δακρύζουν.
Έκατσα έναν μήνα περίπου. Στον μήνα αυτό ένιωθα να δημιουργείται ένα σπίτι δεύτερο - πέρα από αυτό στο οποίο έμενα. Ένα σπίτι μέσα μου. Η δυνατότητα να τα μαζεύω και να φεύγω είναι δώρο. Καμιά φορά νιώθω ότι έχω μέσα μου μια βαλίτσα πάντα γεμάτη, με πράγματα που είναι αποκλειστικά δικά μου, πάντα έτοιμη να φύγει, για μια πόλη που νιώθω δική μου, ιδίως όταν είμαι στο τρένο με τα ακουστικά και κοιτάω τις πίσω αυλές με τις απλωμένες μπουγάδες.
Αν και η πρώτη φυγή είναι πάντα μέσα μας.